Κάποτε σε ένα μικρό χωριό ζούσε ένας φιλήσυχος πολίτης νοικοκύρης εργατικός και έντιμος μα η μοίρα θέλησε να βρεθεί άνεργος.
Ένα βράδυ με πόνο ψυχής είπε στην μητέρα του:
Αύριο νωρίς τα χαράματα θα ανέβω στην πρωτεύουσα εκεί θα βρω τον θείο και θα του ζητήσω να με πάρει στην δουλειά, θα σου στέλνω χρήματα κάθε μήνα θα σου γράφω κάθε μέρα, κάθε φορά που θα έχω την ανάγκη να νιώσω το άγγιγμα του χεριού σου θα έρχομαι!
Τη επομένη το πρωί αφού αποχαιρέτησε την μητέρα του πήρε τον δρόμο για την πρωτεύουσα εκεί νωρίς το απόγευμα συναντήθηκε με τον θείο του, φιλοξενήθηκε με περίσσια αγάπη και για πολλές ώρες του εξηγούσε τη συνέβαινε στο μικρό χωριό, ερωτήσεις πολλές η μια πίσω από την άλλη έτσι τους έπιασε η νύχτα να συζητάν για την ιδιαίτερη πατρίδα που τόσο νοστάλγησε ο θείος.
Την επομένη το πρωί στο τραπέζι ο ανιψιός είπε:
Αγαπημένε θείε μου άφησα το χωρίο και ήρθα σε σένα να με πάρεις στην δουλεία σου, αν όλα πάνε καλά θα είμαι σε θέση να βοηθώ την μητέρα και να την επισκέπτομαι όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν.
Ο θείος κατέβασε το κεφάλι και με λύπη είπε στον ανιψιό του: Πολυαγαπημένο μου παιδί σε όλη την ζωή μου δούλεψα σκληρά και τώρα στην «δύση» της ζωής μου τα χάνω όλα, ντρέπομαι που δεν μπορώ να σε φροντίσω όπως θα έκανε ο πατέρας σου, οι αναδουλειές τα τελευταία χρόνια με έφεραν σε κακή οικονομική κατάσταση για αυτό θα σε στείλω σε κάποιον που αξίζει όσο ένας θησαυρός, αν είσαι εργατικός και ευσυνείδητος κοντά του θα προκόψεις θα σου δοθούν ευκαιρίες να δημιουργήσεις με σκληρή εργασία και να θυμάσαι πάντα τους ευεργέτες τους τιμάμε! «άσε τον θείο, πιάσε τον Δήμαρχο»
Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος.
Εκδότης ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ.
τ. Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος
TV ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ένα βράδυ με πόνο ψυχής είπε στην μητέρα του:
Αύριο νωρίς τα χαράματα θα ανέβω στην πρωτεύουσα εκεί θα βρω τον θείο και θα του ζητήσω να με πάρει στην δουλειά, θα σου στέλνω χρήματα κάθε μήνα θα σου γράφω κάθε μέρα, κάθε φορά που θα έχω την ανάγκη να νιώσω το άγγιγμα του χεριού σου θα έρχομαι!
Τη επομένη το πρωί αφού αποχαιρέτησε την μητέρα του πήρε τον δρόμο για την πρωτεύουσα εκεί νωρίς το απόγευμα συναντήθηκε με τον θείο του, φιλοξενήθηκε με περίσσια αγάπη και για πολλές ώρες του εξηγούσε τη συνέβαινε στο μικρό χωριό, ερωτήσεις πολλές η μια πίσω από την άλλη έτσι τους έπιασε η νύχτα να συζητάν για την ιδιαίτερη πατρίδα που τόσο νοστάλγησε ο θείος.
Την επομένη το πρωί στο τραπέζι ο ανιψιός είπε:
Αγαπημένε θείε μου άφησα το χωρίο και ήρθα σε σένα να με πάρεις στην δουλεία σου, αν όλα πάνε καλά θα είμαι σε θέση να βοηθώ την μητέρα και να την επισκέπτομαι όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν.
Ο θείος κατέβασε το κεφάλι και με λύπη είπε στον ανιψιό του: Πολυαγαπημένο μου παιδί σε όλη την ζωή μου δούλεψα σκληρά και τώρα στην «δύση» της ζωής μου τα χάνω όλα, ντρέπομαι που δεν μπορώ να σε φροντίσω όπως θα έκανε ο πατέρας σου, οι αναδουλειές τα τελευταία χρόνια με έφεραν σε κακή οικονομική κατάσταση για αυτό θα σε στείλω σε κάποιον που αξίζει όσο ένας θησαυρός, αν είσαι εργατικός και ευσυνείδητος κοντά του θα προκόψεις θα σου δοθούν ευκαιρίες να δημιουργήσεις με σκληρή εργασία και να θυμάσαι πάντα τους ευεργέτες τους τιμάμε! «άσε τον θείο, πιάσε τον Δήμαρχο»
Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος.
Εκδότης ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ.
τ. Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος
TV ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου